Κλείστηκε στο δωμάτιο
κι άρχιζε να στριφογυρίζει
κι όλα τα πράγματα ν΄ αναποδογυρίζει.
Τις ζωγραφιές από τον τοίχο ξεκολλούσε
Κι όλα τα παιχνίδια του χαλούσε.
«Θεέ μου!» είπε η Μαμά «τι έχεις πάθει;»
«είμαι ένα ανάποδος
και γκρινιάρης
και κανείς δε μ΄αγαπάει» είπε ο μικρός.
«Μικρέ μου» είπε η Μαμά « όπως και να ΄σαι,
εγώ πάντα θα σ΄αγαπώ».
« κι αν ήμουνα αρκούδος, πάλι θα με φρόντιζες
και θα μ΄ αγαπούσες;» ρώτησε ο Μικρός.
«Φυσικά» είπε η Μαμά.
«Εγώ θα σ΄ αγαπώ ό, τι κι αν γίνει»
«Αν όμως γινόμουν πράσινο έντομο,
πάλι θα μ΄αγαπούσες,
πάλι θα με αγκάλιαζες και θα με φιλούσες;»
«Φυσικά» είπε η Μαμά.
«Εγώ θα σ΄ αγαπώ ό, τι κι αν γίνει»
«Ό, τι κι αν γίνει;» είπε ο Μικρός.
«Κι αν ήμουνα κροκόδειλος;»
«Θα σε αγκάλιαζα και θα σε αγαπούσα
και τη νύχτα θα σου τραγουδούσα»
είπε η Μαμά.
« Χαλάει ποτέ η αγάπη;»
ρώτησε ο Μικρός.»
«Α, δεν ξέρω» είπε η Μαμά « το μόνο που ξέρω
είναι ότι θα ΄ αγαπώ και τα δυο σας για πάντα».
«Κι όταν πεθάνουμε και χαθούμε,
θα μας΄αγαπάς ακόμη;» είπε ο Μικρός?θα μας βλεπεις?
Θα μας προσεχεις?
Θα υπάρχει ακόμα η αγάπη;»
Η Μαμά πήρε στην αγκαλιά της
τον Μικρό και την αδελφουλα του και κοίταξαν μαζί
από το παράθυρο τον ουρανό.
Το φεγγαράκι έφεγγε ψηλά
και τ΄αστεράκια ήταν φωτεινά.
«Κοίτα, Μικρέ μου , τ΄αστεράκια
πώς λάμπουνε στον ουρανό.
Ξέρεις πως πολλά απ΄αυτά
έχουν πεθάνει εδώ και χρόνια πια;»
«Τα βλέπεις όμως πώς φωτίζουν ακόμα στον ουρανό;
Η αγάπη είναι σαν τ΄ αστέρια: ποτέ δεν πεθαίνει
και πάντα μα πάντα ζει και ανασαίνει
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου